- ἀργυρόχροα
- ἀργυρόχροοςsilver-colouredneut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ελιά — Δέντρο της οικογένειας των ελαιιδών (δικοτυλήδονα). Είναι γνωστό από τους αρχαιότατους χρόνους και πιθανότατα κατάγεται από τον χώρο της ανατολικής Μεσογείου. Η παράδοση αναφέρει ως πατρίδα της ε. την Αθήνα, αφού η πρώτη ε., η Μορία Ελαία,… … Dictionary of Greek
μανόλια ή μαγνόλια — Γένος φυτών της οικογένειας των μαγνολιιδών, το οποίο περιλαμβάνει 75 περίπου είδη δέντρων ή θάμνων. Έχουν ακέραια, δερματώδη, κατ’ εναλλαγή φύλλα, και μονήρη, συχνά μεγάλα άνθη, λευκού χρώματος, με περιάνθιο αποτελούμενο από 9 18 μέρη με… … Dictionary of Greek